Η εμπειρία να ανεβαίνει κάποιος σε ένα αεροπλάνο και να διαπιστώνει ότι κάθεται μακριά από την οικογένειά του ή τους συνοδοιπόρους του δεν είναι καθόλου σπάνια. Για πολλούς, η στιγμή αυτή φέρνει άγχος πριν ακόμη ξεκινήσει η πτήση, αναδεικνύοντας τη σημασία της σωστής κατανομής των θέσεων.

Έρευνα της Radical Storage σε 1.050 Βρετανούς άνω των 18 ετών δείχνει ότι το 61,3% έχει πληρώσει παραπάνω για να καθίσει δίπλα σε συνταξιδιώτη. Μάλιστα, αεροπορικές όπως η easyJet, η TUI Airways και η Virgin Atlantic μπορεί να χρεώσουν μέχρι και 120 λίρες για διπλανές θέσεις. Υπολογίζεται πως μόνο στο Ηνωμένο Βασίλειο οι οικογένειες με παιδιά δαπανούν περίπου 22,5 εκατ. λίρες τον χρόνο για κρατήσεις θέσεων.

Το κενό της νομοθεσίας αφήνει τις αεροπορικές να αξιοποιούν το ζήτημα οικονομικά. Στις ΗΠΑ, το Υπουργείο Μεταφορών έχει προτείνει κανονισμούς που απαγορεύουν τις χρεώσεις για παιδιά κάτω των 13 ετών, με εταιρείες όπως οι Alaska, American, Frontier και JetBlue να εφαρμόζουν ήδη σχετικές πολιτικές. Στην Ε.Ε., ο νόμος απαγορεύει πλέον τις χρεώσεις για παιδιά κάτω των 12 ετών, με στόχο να προστατευθούν οι οικογένειες.

 

Το ψυχολογικό βάρος της χωριστής θέσης

Περισσότερο από το ένα τρίτο των επιβατών δηλώνει ότι το να κάθεται μακριά από αγαπημένα πρόσωπα είναι «ιδιαίτερα αγχωτικό ή απαράδεκτο», ενώ το 54,6% το χαρακτηρίζει ενοχλητικό. Για το 10% των ενηλίκων που φοβούνται τις πτήσεις, η εμπειρία αυτή μπορεί να γίνει ακόμη πιο δυσάρεστη. Για να αποφύγουν την ταλαιπωρία, σχεδόν το 22% προτιμά αεροπορικές που εγγυώνται δίπλα-δίπλα θέσεις για γονείς και παιδιά, ενώ πολλοί επιλέγουν να πληρώσουν επιπλέον ή να κάνουν κράτηση πολύ νωρίτερα.

Το θέμα δεν είναι μόνο οικονομικό αλλά και ψυχολογικό. Η πίεση της πτήσης, η αβεβαιότητα για τη θέση και το άγχος να βρεθεί κάποιος δίπλα στα κοντινά του άτομα μπορούν να επηρεάσουν την εμπειρία του ταξιδιού συνολικά. Όπως τονίζουν οι ειδικοί, «η αίσθηση ασφάλειας και η παρουσία κοντινών ατόμων μειώνουν σημαντικά το άγχος και βελτιώνουν την ταξιδιωτική εμπειρία».