Γράφει ο Αλέξης Αντιμάντο

Η αυξανόμενη ζήτηση για αεροπορικά ταξίδια σε συνδιασμό με την προσθήκη νέων δρομολογίων και την αγορά όλο και περισσότερων αεροσκαφών από τις αεροπορικές εταιρίες προκειμένου να ικανοποιηθούν οι επιχειρησιακές τους ανάγκες αποτελούν μερικούς από τους σημαντικότερους παράγοντες που έχουν οδηγήσει στο να θεωρούνται σήμερα οι πιλότοι περιζήτητοι. 

Είναι χαρακτηριστικό ότι η ΙΑΤΑ, η Διεθνής Ένωση Αερομεταφορών, προβλέπει ότι μέσα στα επόμενα είκοσι χρόνια η ζήτηση για αεροπορικά ταξίδια θα διπλασιαστεί. Οι αερομεταφορείς ανταποκρίνονται στην ανοδική ζήτηση του επιβατικού κοινού με περισσότερες πτήσεις. Οι περισσότερες πτήσεις συνεπάγονται περισσότερα αεροπλάνα. Και κάπου εδώ εμφανίζεται το σημαντικό πρόβλημα της έλλειψης επαρκούς αριθμού κυβερνητών για να πετάξουν αυτά τα αεροσκάφη. Ένα πρόσφατο και αρκετά αντιπροσωπευτικό παράδειγμα αποτελεί η περίπτωση της Qantas, η οποία ελλείψει κυβερνητών Boeing 737 θα εκτελεί από τις 30 Ιουλίου του τρέχοντος έτους ορισμένα δρομολόγια εσωτερικού με Boeing 747. 

Επιπλέον, η «λειψανδρία» που αντιμετωπίζουν οι αεροπορικές εταιρίες σε όλο τον κόσμο επιτείνεται από τα μαζικά κύματα εξόδου στη σύνταξη χειριστών, λόγω συμπλήρωσης του ορίου συνταξιοδότησης των 65 ετών. Η εταιρία Cowen Group σε ανάλυση της προβλέπει ότι στις ΗΠΑ, ως το 2026, τουλάχιστον 22,000 κυβερνήτες θα έχουν φτάσει σε ηλικία συνταξιοδότησης. Σύμφωνα με την ίδια ανάλυση, η American Airlines μόνο υπολογίζεται ότι θα βλέπει σχεδόν 800 πιλότους της κάθε χρόνο, μέχρι το 2026, να βγαίνουν σε σύνταξη. 

H δε Boeing εκτιμά ότι μέσα στην επόμενη εικοσαετία, διάστημα κατά το οποίο, όπως προαναφέρθηκε, η ζήτηση για αεροπορικά ταξίδια αναμένεται να διπλασιαστεί, ο τομέας των αεροπορικών μεταφορών θα χρειαστεί ούτε λίγο ούτε πολύ 637,000 επιπλέον πιλότους. Το 18% αυτών των πιλότων αναμένεται να καλύψει τις ανάγκες της Βόρειας Αμερικής, με την Delta να προσλαμβάνει ήδη μαζικά κυβερνήτες, με στόχο να φτάσει τους 8,000 εως το 2028. 

Το κενό που υπάρχει στην αγορά πάντως δεν καλύπτεται εύκολα, δεδομένου ότι η εκπαίδευση για να αποκτήσει κάποιος άδεια χειριστή (ΑTPL, Air Transport Pilot License) είναι πολυδάπανη, με το κόστος να φτάνει τα 80,000 δολάρια (σχεδόν 70,000 Ευρώ δηλαδή). Συνεπώς η βιομηχανία των αερομεταφορών είναι υποχρεωμένη να σκεφτεί εναλλακτικές λύσεις, ούτως ώστε να ικανοποιηθούν οι ανάγκες της σε εργατικό δυναμικό. 

Μεταξύ άλλων υπάρχουν σκέψεις για επέκταση του ορίου συνταξιοδότησης από τα 65 στα 67 έτη. Ακόμα, σε συγκεκριμένες σχολές οι εκπαιδευόμενοι πλέον λαμβάνουν την άδεια χειριστή πριν την συμπλήρωση του μίνιμουμ ορίου των 1,500 ωρών πτήσης που απαιτείται.

Ωστόσο η τάση που παρατηρείται μεταξύ των αεροπορικών εταιριών τα τελευταία χρόνια και που όσο πάει εξαπλώνεται όλο και πιο πολύ, είναι τόσο η συνεργασία με ιδιωτικές σχολές εκπαίδευσης πιλότων όσο και η δημιουργία των δικών τους σχολών εκπαίδευσης. Αμφότερες λύσεις εξυπηρετούν τον ίδιο σκοπό, που δεν είναι άλλος από την δημιουργία πηγής «τροφοδοσίας» των μελλοντικών επαγγελματιών που θα στελεχώσουν τις αεροπορικές εταιρίες. 

Η Εmirates εγκαινίασε τον περασμένο Νοέμβριο την δική της ακαδημία χειριστών, συνολικής αξίας 135 εκ. δολαρίων και με χωρητικότητα 600 σπουδαστές. Το δικό της εκπαιδευτικό κέντρο ανακοίνωσε πως δημιουργεί και η American Airlines ενώ η Qantas σχεδιάζει να επενδύσει 15 εκ. δολάρια για να δημιουργήσει σχολή που θα εκπαιδεύει πιλότους για την θυγατρική της εταιρία QantasLink. Υπάρχουν πάντως και ευρωπαϊκές εταιρίες που ακολουθούν το παραπάνω μοντέλο, όπως για παράδειγμα η Air France, ενώ στη χώρα μας η Ellinair από καιρό λειτουργεί το δικό της εκπαιδευτικό κέντρο για χειριστές. Μάλιστα και η Aegean Airlines, προ ολίγων ημερών, ανακοίνωσε την δημιουργία της δικής της ακαδημίας πιλότων, με την προσφορά υποτροφίας για εκπαίδευση σε 100 υποψήφιους, σε συνεργασία με δύο ιδιωτικές αεροπορικές σχολές της χώρας. 

Σε τελική ανάλυση πάντως η έλλειψη χειριστών λειτουργεί υπέρ των τελευταιών, η θέση των οποίων έχει ισχυροποιηθεί απέναντι στους εργοδότες. Οι πιλότοι είναι πολυζήτητοι, γεγονός που επιτρέπει στα συνδικάτα τους να απαιτούν από τις αεροπορικές εταιρίες όλο και ευνοϊκότερους όρους εργασίας για τα μέλη τους, απειλώντας την εργοδοτική πλευρά με απεργία σε περίπτωση που δεν ικανοποιηθούν τα αιτήματα τους.