Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης απέρριψε την προσφυγή της Ryanair κατά της απόφασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το συμβατό με το δίκαιο της Ένωσης του καθεστώτος ενισχύσεων στην Γαλλία για στήριξη, στο πλαίσιο της πανδημίας Covid-19, των γαλλικών αεροπορικών εταιρειών.
Σύμφωνα με το ανώτατο δικαιοδοτικό όργανο της ΕΕ, το εν λόγω καθεστώς ενισχύσεων είναι πρόσφορο για την επίτευξη του σκοπού της επανορθώσεως των οικονομικών ζημιών που προκάλεσε η πανδημία Covid-19 και δεν εισάγει δυσμενή διάκριση.
Με απόφαση της 31ης Μαρτίου 2020, η Επιτροπή χαρακτήρισε την αναστολή καταβολής των φόρων ως κρατική ενίσχυση συμβατή με την εσωτερική αγορά. Η Ryanair τότε άσκησε προσφυγή με αίτημα την ακύρωση της ως άνω αποφάσεως, την οποία, εντούτοις, το Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης απορρίπτει με τη σημερινή απόφασή του.
Το Γενικό Δικαστήριο επιβεβαιώνει, αφενός, ότι η πανδημία Covid-19 και τα μέτρα περιορισμού των μεταφορών και περιορισμού της κυκλοφορίας που θέσπισε η Γαλλία προς αντιμετώπισή της συνιστούν, στο σύνολό τους, έκτακτο γεγονός κατά την έννοια του άρθρου 107, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, ΣΛΕΕ, το οποίο προκάλεσε οικονομικές ζημίες στις αεροπορικές εταιρίες που δραστηριοποιούνται στη Γαλλία. Κατά το Γενικό Δικαστήριο, δεν αμφισβητείται ομοίως ότι ο σκοπός της αναστολής καταβολής των φόρων είναι πράγματι η επανόρθωση των ζημιών αυτών.
Το Γενικό Δικαστήριο διαπιστώνει, αφετέρου, ότι η πρόβλεψη αναστολής καταβολής των φόρων μόνον υπέρ των αεροπορικών εταιριών που κατέχουν άδεια των γαλλικών αρχών αποτελεί πρόσφορο μέτρο για την επίτευξη του σκοπού της επανορθώσεως των ζημιών που προκλήθηκαν από το εν λόγω έκτακτο γεγονός. Συναφώς, το Γενικό Δικαστήριο υπογραμμίζει ότι, βάσει του κανονισμού 1008/2008, η κατοχή άδειας των γαλλικών αρχών σημαίνει, στην πράξη, ότι οι αεροπορικές εταιρίες έχουν την κύρια εγκατάστασή τους στο γαλλικό έδαφος και υπόκεινται στην οικονομική εποπτεία και τον έλεγχο φερεγγυότητας των γαλλικών αρχών. Κατά το Γενικό Δικαστήριο, οι διατάξεις του εν λόγω κανονισμού προβλέπουν αμοιβαίες υποχρεώσεις μεταξύ των γαλλικών αρχών και των αεροπορικών εταιριών οι οποίες κατέχουν άδεια των εν λόγω αρχών και, επομένως, θεσπίζουν έναν ειδικό και σταθερό δεσμό μεταξύ τους ο οποίος ανταποκρίνεται δεόντως στις προϋποθέσεις του άρθρου 107, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, ΣΛΕΕ.
Όσον αφορά τη συμφωνία της αναστολής καταβολής των φόρων με την αρχή της αναλογικότητας , το Γενικό Δικαστήριο υπογραμμίζει, περαιτέρω, ότι οι επιλέξιμες για το καθεστώς ενισχύσεων εταιρίες είναι αυτές που πλήττονται περισσότερο από τα μέτρα περιορισμού των μεταφορών και περιορισμού της κυκλοφορίας που θέσπισε η Γαλλία. Αντιθέτως, η επέκταση της εν λόγω αναστολής καταβολής σε μη εγκατεστημένες στη Γαλλία εταιρίες δεν θα καθιστούσε δυνατή την επίτευξη, με την ίδια ακρίβεια και χωρίς κίνδυνο υπεραντιστάθμισης, του σκοπού της επανορθώσεως των οικονομικών ζημιών που υπέστησαν οι αεροπορικές εταιρίες που δραστηριοποιούνται στη Γαλλία.
Υπό το πρίσμα των ανωτέρω διαπιστώσεων, το Γενικό Δικαστήριο κρίνει ότι ο σκοπός της αναστολής καταβολής των φόρων ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της παρεκκλίσεως την οποία προβλέπει το άρθρο 107, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, ΣΛΕΕ και ότι οι όροι για τη χορήγηση της εν λόγω ενισχύσεως δεν βαίνουν πέραν του μέτρου που είναι αναγκαίο για την επίτευξη του σκοπού αυτού. Επομένως, το εν λόγω καθεστώς δεν συνιστά ούτε διάκριση απαγορευόμενη βάσει του άρθρου 18, πρώτο εδάφιο, ΣΛΕΕ.