Το πρόγραμμα εθελοντικών τεστ στον τουριστικό κλάδο της Αυστρίας δεν απέφερε τα προσδοκώμενα. Η απειλή της 14ήμερης καραντίνας λειτουργεί αποτρεπτικά για ξενοδόχους και εστιάτορες. 

Το ότι η είδηση «έσκασε» στην κορύφωση της τουριστικής σεζόν ήταν ασφαλώς ό,τι χειρότερο για την τουριστική βιομηχανία της χώρας: το δημοφιλές θέρετρο Σαν Βόλφγκανγκ εξελίχθηκε στο νέο hotspot κορωνοϊού της Αυστρίας. 56 εργαζόμενοι, τρεις νέοι που μένουν στην περιοχή αλλά και τρεις τουρίστες συγκαταλέγονται μέχρι στιγμής στα επιβεβαιωμένα κρούσματα. Το γεγονός ότι τα περισσότερα κρούσματα αφορούν εργαζομένους των 2.700 ξενοδοχειακών κλινών της περιοχής συνιστά βαρύ πλήγμα για τον τουρισμό του Σαν Βόλφγκανγκ, που εκτιμάται ότι φέρνει και το πρόωρο τέλος της φετινής σεζόν.

Η εξέλιξη θέτει όμως εν αμφιβόλω και τη στρατηγική που είχε εξαγγείλει στις αρχές Ιουλίου η υπουργός Τουρισμού της Αυστρίας Ελίζαμπετ Κέστινγκερ και η οποία προβλέπει συνεχή εθελοντικά τεστ για όλους τους εργαζόμενους στον τουριστικό κλάδο, οι οποίοι έρχονται σε τακτική επαφή με τους πελάτες.

Στόχος η προσέλκυση Γερμανών

Για τη σχετική πρωτοβουλία υπό την επωνυμία «ασφαλής φιλοξενία» η κυβέρνηση διέθεσε 150 εκατομμύρια ευρώ. Την Τρίτη το υπουργείο Τουρισμού ανακοίνωσε ότι 31.000 εργαζόμενοι στον κλάδο του τουρισμού έχουν ήδη δηλώσει συμμετοχή στο πρόγραμμα. Ο αριθμός των τεστ έχει αυξηθεί στο μεταξύ στα 20.000 παρότι ο αρχικός στόχος ήταν να γίνονται 65.000 τεστ την εβδομάδα.

Απώτερος στόχος του «μοναδικού αυτού πανευρωπαϊκού προγράμματος πρόληψης», όπως το είχε χαρακτηρίσει η αυστριακή κυβέρνηση ήταν να προσελκύσει τους γερμανούς τουρίστες, οι οποίοι αποτελούν την κατεξοχήν σημαντικότερη πηγή εσόδων για τον αυστριακό τουρισμό. Σύμφωνα με σχετικά στοιχεία οι διανυκτερεύσεις Γερμανών μειώθηκαν τον Ιούνιο κατά 65% σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2019. Η υλοποίηση της πρωτοβουλίας όμως αποδείχθηκε στην πράξη εξαιρετικά δύσκολη.

Είναι προφανές ότι πολλοί ξενοδόχοι και εστιάτορες δεν ήθελαν να πάρουν το ρίσκο ενός πιθανού θετικού διαγνωστικού τεστ και των συνεπειών του. Διότι όλες οι επαφές ενός θετικά διαγνωσθέντα οφείλουν να μπουν σε 14ήμερη καραντίνα. «Γι΄ αυτό το λόγο πολλές επιχειρήσεις δεν θέλουν να κάνουν τα τεστ» επισημαίνει ξενοδοχοϋπάλληλος στην αυστριακή εφημερίδα Kurier προσθέτοντας ότι μια τέτοια εξέλιξη θα μπορούσε να οδηγήσει μια ολόκληρη επιχείρηση σε προσωρινό λουκέτο.

Με το βλέμμα στα Βαλκάνια 

Εδώ και μερικές εβδομάδες η Αυστρία διανύει μια εξαιρετικά κρίσιμη φάση όσον αφορά τον κορωνοϊό. Χάρη στο γρήγορο και έγκαιρο lockdown η χώρα είχε καταφέρει τον Μάρτιο και Απρίλιο να θέσει την εξάπλωση του κορωνοϊού υπό έλεγχο, με αποτέλεσμα η οικονομική ανάκαμψη να ξεκινήσει πολύ ταχύτερα απ΄ ό,τι σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Το hotspot σε εκκλησία του Λιντς στα μέσα Ιουλίου με πάνω από 200 κρούσματα κατέδειξε όμως ότι ο κίνδυνος δεν έχει παρέλθει. Σχολεία και παιδικοί σταθμοί της περιοχής έκλεισαν και 1.400 άνθρωποι μπήκαν σε καραντίνα.

Η μεγαλύτερη πηγή ανησυχίας για την κυβέρνηση του καγκελαρίου Κουρτς όμως είναι τα ταξίδια. Η Αυστρία έχει πολύ στενές διασυνδέσεις με τις χώρες των Βαλκανίων, αφού περίπου 530.000 πολίτες της κατάγονται από χώρες της πρώην Γιουγκοσλαβίας. Και πολλοί από αυτούς επισκέπτονται φυσικά κάθε χρόνο τις πατρίδες και τους συγγενείς τους.

Μετά την έξαρση των κρουσμάτων τελευταία όμως οι χώρες των Βαλκανίων θεωρούνται «υψηλού κινδύνου». Αυστριακοί ειδικοί αμφισβητούν μάλιστα τα επίσημα στοιχεία για τα καταγεγραμμένα κρούσματα στις βαλκανικές χώρες, εκτιμώντας ότι οι πραγματικοί αριθμοί είναι έως και κατά 10 φορές υψηλότεροι. Γι΄ αυτό άλλωστε η αυστριακή κυβέρνηση εξέδωσε αυστηρή ταξιδιωτική προειδοποίηση για τις εν λόγω χώρες. Η επίδειξη αρνητικού τεστ είναι πλέον υποχρεωτική για όσους επιστρέφουν από τα Βαλκάνια.

Ματίας Ρέντερ (dpa)