Γράφει ο Αλέξης Αντιμάντο 

Στις 4 Μαρτίου του τρέχοντος έτους συμπληρώθηκαν 50 χρόνια από την παρθενική πτήση του Concorde, του πρώτου και μακροβιότερου υπερηχητικού επιβατικού αεροσκάφους στον κόσμο. 

Το Concorde θεωρούνταν, την δεκαετία του ’60, το μέλλον των εμπορικών αερομεταφορών και όχι άδικα αφού μέχρι σήμερα παραμένει ένα εξαιρετικά προηγμένο αεροσκάφος και προκαλεί ακόμα τον θαυμασμό αρκετών ενώ κατέχει ξεχωριστή θέση στην καρδιά όσων είχαν την τύχη να ταξιδέψουν με αυτό. 

Το υπερηχητικό αεροσκάφος αποτέλεσε προϊόν κοινοπραξίας μεταξύ της βρετανικής British Aircraft Corporation (η σημερινή BAE Systems) και της γαλλικής Sud Aviation (η σημερινή Airbus). Το όνομα που επιλέχθηκε ήταν αρκετά συμβολικό αφού «concorde» στα γαλλικά («concord» στα αγγλικά) σημαίνει συμφωνία, ομόνοια, αρμονία. Η κατασκευή του αεροσκάφους άρχισε το 1965 και πραγματοποίησε την παρθενική του πτήση στην Τουλούζη το 1969.  

Οι επιδόσεις του Concorde ήταν εντυπωσιακές, καθώς ταξίδευε με ταχύτητα 2,180 χλμ/ώρα, δηλαδή δύο φορές την ταχύτητα του ήχου, και εκτελούσε την πτήση Λονδίνο-Νέα Υόρκη σε μόλις τρεισήμισι ώρες. Επιπλέον, το Concorde μετέφερε μέχρι 100 επιβάτες, πετούσε σε υψόμετρο 60,000 ποδών και μπορούσε να καλύψει αποστάσεις σχεδόν 7,000 χιλιομέτρων.

Πάντως, όσο γρήγορο ήταν το Concorde, άλλο τόσο ήταν και οικονομικά ασύμφορο για τις αεροπορικές εταιρίες που το χρησιμοποιούσαν. To γαλλοβρετανικό αεροσκάφος εμφάνιζε υψηλή κατανάλωση καυσίμου ενώ εξίσου υψηλό ήταν και το κόστος συντήρησης του. Ενδεικτικά, το Concorde κατανάλωνε τρεις φορές περισσότερο καύσιμο ανά κάθισμα σε σύγκριση με το Boeing 747, το οποίο έκανε την εμφάνιση του επίσης το 1969. 

Αλλά και εμπορικά οι επιδόσεις του αεροσκάφους δεν ανταποκρίθηκαν στις αρχικές προσδοκίες και μπορεί να ειπωθεί ότι το Concorde, αν και αποτέλεσε τεράστια τεχνολογική επιτυχία, από εμπορική άποψη απέτυχε παταγωδώς. Παρόλο που στην αρχή έδειξαν ενδιαφέρον για το αεροσκάφος αρκετές αεροπορικές εταιρίες απ’όλο τον κόσμο, εν τέλει μόνο δύο αερομεταφορείς το ενέταξαν στον στόλο τους, οι Air France και British Airways. Συνολικά τέθηκαν σε εμπορική υπηρεσία μόνο 14 κομμάτια, 7 για την Air France και ισάριθμα για την British Airways. 

Οι χαμηλές πωλήσεις του Concorde μπορούν να αποδοθούν, εν μέρει, στην διεθνή οικονομική κρίση που ξέσπασε την διετία 1973-1974 που είχε ως αποτέλεσμα την στροφή των αεροπορικών εταιριών προς πιο οικονομικά αποδοτικά αεροσκάφη, όπως για παράδειγμα το Jumbo που, όπως προαναφέρθηκε, εμφανίστηκε την ίδια εποχή και ήταν πιο οικονομικά συμφέρουσα επιλογή. Ένας επιπλέον σημαντικός παράγοντας που έβαλε φρένο στην εμπορική επιτυχία του Concorde ήταν οι ακριβοί ναύλοι, που για τον μέσο καταναλωτή ήταν τουλάχιστον απαγορευτικοί. Συγκεκριμένα, μια πτήση Λονδίνο-Νέα Υόρκη μετ’επιστροφής κόστιζε, σε σημερινά δεδομένα, σχεδόν 12,500 δολάρια δηλαδή πάνω από 30 φορές πιο ακριβά από τον φθηνότερο ναύλο στην συγκεκριμένη γραμμή. Η παραγωγή του Concorde διήρκεσε μόλις 14 χρόνια αφού τερματίστηκε οριστικά το 1979.

Όντας στην «ενεργό δράση» για 27 χρόνια, το Concorde ενεπλάκη σε ένα και μόνο θανατηφόρο δυστύχημα. Πρόκειται για την πτήση 4590 Παρίσι-Νέα Υόρκη της Air France στις 25 Ιουλίου 2000, όταν το Concorde που εκτελούσε το δρομολόγιο έπιασε φωτιά στον ένα κινητήρα, κατά την φάση της απογείωσης, και συνετρίβη λίγες στιγμές μετά στο προάστιο Γκονές, σκορπίζοντας τον θάνατο στους 109 επιβαίνοντες του αεροσκάφους (100 επιβάτες και 9 μέλη πληρώματος) καθώς και σε τέσσερις ανθρώπους στο έδαφος. 

Το Concorde αποσύρθηκε από τις British Airways και Air France το 2003 ενώ αξίζει να σημειωθεί πως δεν ήταν το μόνο υπερηχητικό επιβατικό αεροσκάφος που κατασκευάστηκε αφού την ίδια περίοδο έκανε την εμφάνιση του και το σοβιετικό Tupolev Tu-144, του οποίου όμως η παρουσία στις αερομεταφορές ήταν αρκετά πιο βραχεία και λιγότερο επιτυχημένη.